Οι Αμερικανοί θα απέρριπταν τα φορολογικά βάρη ενός ευρωπαϊκών διαστάσεων κράτους πρόνοιας
Η αντιαμερικανική έξαρση μας έβλαψε και θα μας έβλαπτε περισσότερο χωρίς το ταλέντο του Α. Παπανδρέου να εμφανίζει το μαύρο άσπρο
Η περιπέτεια των αμερικανικών εκλογών προκάλεσε πλειάδα ευφυολογημάτων. Εν μέρει, η «πλάκα» εις βάρος των υπερπόντιων συμμάχων μας τους αξίζει. Η τάση τους να λένε στους άλλους τι να κάνουν συχνά ξεπερνάει τα όρια της σεμνότητας. Η χαιρεκακία όμως είναι αδικαιολόγητη. Τα περισσότερα συστήματα θα υπέφεραν από σχεδόν τέλεια ισοψηφία σε εκλογικό αποτέλεσμα. Δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσαμε εμείς αν η εκλογή κυβέρνησης εξαρτιόταν από 13 ψήφους στη μονοεδρική της Ευρυτανίας. Η «χολή» είναι προϊόνπροκατάληψης και κακής ενημέρωσης. Αυτά είναι τα δύο θέματα του άρθρου.
Ο αντιαμερικανισμός έχει μακρόχρονη ιστορία αλλά πήρε διαστάσεις παλιρροϊκού κύματος με την πτώση της δικτατορίας. Εν μέρει διαμόρφωσε την πολιτική γεωγραφία της χώρας και στρέβλωσε τον δημόσιο διάλογο για δεκαετίες. Σαφώς και υπήρχαν γνήσιες πικρίες. Η στήριξη που πρόσφεραν οι ΗΠΑ στη δικτατορία και η ενθάρρυνση του πραξικοπήματος στην Κύπρο ήταν βαθιές μαχαιριές. Ο ρόλος όμως των Αμερικανών μεγαλοποιήθηκε και δαιμονοποιήθηκε. Τη δικτατορία και το κυπριακό δράμα τα προκάλεσε το κεφάλι μας το στραβό, όχι οι Αμερικανοί. Αυτό όμως ήταν πολύ οδυνηρό να το παραδεχτούμε. Οι φταίχτες έπρεπε να είναι κάποιοι άλλοι.
Ο αντιαμερικανισμός ήταν μια θυμική αντίδραση και σαν τέτοια καλλιεργήθηκε από εκείνους που τους βόλευε. Για το ΚΚΕ οτιδήποτε μείωνε την επιρροή των ΗΠΑ ήταν κέρδος για το «άλλο» στρατόπεδo. Ο σκοπός αυτός αγίαζε την αξιοποίηση της πιο χονδροειδούς ξενοφοβίας και του φθόνου προς τους ισχυρούς. Ο μεγάλος κερδισμένος όμως ήταν ο Α. Παπανδρέου. Είδε τις δυνατότητες του κύματος να διαμορφώσει εξελίξεις και το καβάλησε με απαράμιλλο μπρίο. Τα αποτελέσματα εντυπωσιακά. Η Ν.Δ. βρέθηκε να απολογείται εκεί που είχε δίκιο: ότι η Ελλάδα ανήκει στη Δύση και καλά κάνει. Το Κέντρο κονιορτοποιήθηκε. Το τμήμα της Αριστεράς που θεωρούσε ότι η προτεραιότητα ήταν η θεσμική θωράκιση της δημοκρατίας και ότι ο άκριτος αντιαμερικανισμός έβλαπτε τη χώρα, περιθωριοποιήθηκε.
Οι αντίπαλοι του Α. Παπανδρέου διάβασαν εσφαλμένα τη λαϊκή θέληση. Η σκέψη τους ήταν: «όλοι ξέρουν ότι οι ΗΠΑ μπορούν να βλάψουν τη χώρα χωρίς καν να προσπαθήσουν. ’ρα ο Παπανδρέου απλώς δημαγωγεί. Ο λαός θα διακρίνει τη λαθροχειρία και επομένως δεν θα τον εμπιστευθεί». Ο κόσμος άκουσε την περί λαθροχειρίας κριτική και φαινομενικά την αγνόησε. Στην πραγματικότητα ο λαός ήξερε ότι ο Παπανδρέου ήταν ανειλικρινής και ακριβώς αυτό ήθελε από αυτόν. Το εκλογικό σώμα ήταν εξίσου ανειλικρινές. Ήθελαν να βγάλουν το «άχτι» τους ενάντια στους Αμερικανούς χωρίς όμως να πληρώσουν το κόστος μιας πραγματικής ρήξης. Ο Α. Παπανδρέου τούς πρόσφερε τον «οικονομικό» συνδυασμό. Ο λαός είχε πεισθεί ότι ο Παπανδρέου θα φώναζε, δεν θα έκανε. Και αυτό του ζητούσαν να πράξει.
Παρά τη σιωπηρή συνενοχή, η αντιαμερικανική έξαρση μας έβλαψε και θα μας έβλαπτε περισσότερο χωρίς το ταλέντο του Α. Παπανδρέου να εμφανίζει το μαύρο άσπρο. Μια σειρά από άδειες χειρονομίες μάς απομόνωσαν διπλωματικά και μας εξέθεσαν σε αντίποινα. Όλες αποσκοπούσαν στο να επιβεβαιώσουν τα αντιαμερικανικά μας διαπιστευτήρια. Δεν χρειαζόταν. Από την άλλη πλευρά, η προώθηση των πραγματικών μας συμφερόντων τελματώθηκε.
Σημασία έχει το σήμερα όμως. Δεν μπορούμε να ζούμε επ' άπειρον με πικρίες. Ούτε έχει νόημα να καταδικάζουμε τους Αμερικανούς επειδή προωθούν τα συμφέροντά τους όπως τα αντιλαμβάνονται. Αυτό κάνουμε όλοι. Μακροχρόνια, εξωτερική πολιτική δεν οικοδομείται πάνω στη στρεψοδικία. Κινδυνεύεις να την πιστέψεις και ο ίδιος και, τελικά, να ξεχάσεις πού έκρυψες την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι: είμαστε μέλος του ΝΑΤΟ και πρέπει να παραμείνουμε εκεί. Η παρουσία των
ΗΠΑ στην Ευρώπη παίζει εξισορροπητικό ρόλο και μειώνει την πιθανότητα ενός ολέθριου εμπορικού πολέμου ανάμεσα στα δύο οικονομικά μπλοκ. Ιδιαίτερα για την περιοχή μας, ο μεσολαβητικός ρόλος των ΗΠΑ είναι αναντικατάστατος. Χωρίς αυτόν Ελλάδα και Τουρκία θα είχαν προ πολλού φτάσει στη σύρραξη.
Κατηγορούμε τις ΗΠΑ ότι οι εναλλαγές κομμάτων στην εξουσία δεν αλλάζουν την εξωτερική τους πολιτική. Καλά κάνουν. Αυτό δεν επιθυμούμε και για εμάς; Να πάψει να είναι η εξωτερική πολιτική η πρόχειρη λύση για εύκολη αντιπολίτευση. Αφετέρου, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε λεπτές διαφορές έμφασης ανάμεσα στα δύο κόμματα: οι Ρεπουμπλικανοί τείνουν προς τον απομονωτισμό, οι Δημοκρατικοί προτιμούν ενεργότερη παρέμβαση στις διεθνείς υποθέσεις.
Ορθώς ειπώθηκε ότι οι διαφορές αυτές δεν επηρεάζουν την αμερικανική πολιτική στα Ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό. Εδώ πρέπει να αναγνωρίσουμε ως μόνιμη μια μερική απόκλιση συμφερόντων: οι ΗΠΑ θέλουν μιαν (οποιαδήποτε) διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Δεν τους ενδιαφέρει πώς. Εμείς επίσης θέλουμε διευθέτηση αλλά μας ενδιαφέρει πρωτίστως το περιεχόμενό της.
Οι διαφορές έμφασης όμως μπορεί να επηρεάσουν τη βαλκανική πολιτική των ΗΠΑ. Ξεκαθαρίζω τι εννοώ. Πιστεύω ότι ο βομβαρδισμός της Γιουγκοσλαβίας δεν ήταν μόνο προβληματικός ηθικά, ήταν και σφάλμα πολιτικής. Η διαφωνία μου σχετίζεται με τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν, όχι με τους σκοπούς. Ο εξανδραποδισμός της αλβανικής πλειονότητας στο Κόσοβο δεν μπορούσε να γίνει ανεκτός. Η μετατροπή του Κοσόβου σε προτεκτοράτο υπό τον έλεγχο ισχυρής ευρωαμερικανικής στρατιωτικής δύναμης ήταν απαραίτητη (και η συμμετοχή Αμερικανών στρατιωτών σε αυτήν τής δίνει «πειστικότητα» προς κάθε κατεύθυνση). Η δύναμη αυτή δεν περιορίζει μόνο τη σφαγή. Έχει και γεωπολιτικό ρόλο. Αν έφευγε, το Κόσοβο θα ανεξαρτητοποιούνταν άμεσα, με μείζονες αποσταθεροποιητικές συνέπειες. Η παραμονή της στην περιοχή για χρόνια είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας. Το παρόν συνοριακό στάτους των Βαλκανίων είναι ιδανικό για μας. Έχουμε κάθε λόγο να επιθυμούμε τη διατήρησή του. Αν (όπως φοβάμαι) τα πράγματα σφίξουν, θα είναι ευκολότερο για τον πρόεδρο Μπους να αποφασίσει την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από μια υπόθεση την οποία δεν άρχισε ο ίδιος. Κάτι τέτοιο θα μας δημιουργούσε προβλήματα. Το κωμικό της ιστορίας είναι ότι πολλοί στην Ελλάδα θα πανηγύριζαν την αποχώρηση των Αμερικανών από την περιοχή. Θα πανηγύριζαν δηλαδή για το πλήγμα στα συμφέροντά μας. Είναι ενδεικτικό της στρέβλωσης του πολιτικού διαλόγου για την οποία μίλησα.
Ακούγεται συχνά ότι η διαμάχη για την εσωτερική πολιτική στις ΗΠΑ είναι φάρσα και ότι ο ανταγωνισμός είναι ανάμεσα σε δύο πανομοιότυπα δεξιά κόμματα. Αυτό είναι κακή ενημέρωση. Είναι αδυναμία κατανόησης ρευμάτων που βρίσκονται πέρα από την προεκλογική παράσταση και πέρα από το όντως απαράδεκτο φαινόμενο ότι εκείνος που έχει περισσότερα λεφτά ακούγεται παραπάνω. Η καταγραφή των ψήφων του αμερικανικού εκλογικού σώματος δείχνει έναν λαό διχασμένο σε κοινωνική βάση. Η βορειοανατολική και η δυτική ακτή, οι μεγάλες πόλεις, οι εθνικές μειονότητες και η ανειδίκευτη εργατική τάξη πάνε κατά πλειοψηφία στους Δημοκρατικούς. Ο Νότος, η «βαθιά» Αμερική, η ύπαιθρος πάνε στους Ρεπουμπλικανούς. Τα μεσαία στρώματα είναι διχασμένα. Τέτοια αποτύπωση των κοινωνικών διαιρέσεων στο πολιτικό επίπεδο δύσκολα γίνεται χωρίς σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα. Ας δούμε τι πραγματικά συμβαίνει.
Το κοινωνικό κράτος στην Αμερική είναι σχετικά περιορισμένο. Οι Αμερικανοί θα απέρριπταν τα φορολογικά βάρη ενός ευρωπαϊκών διαστάσεων κράτους πρόνοιας. Γενικά, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι τοποθετούνται διαφορετικά πάνω στο δίλημμα περισσότεροι φόροι έναντι περισσότερης κρατικά παρεχόμενης κοινωνικής προστασίας. Οι Αμερικανοί προτιμούν περισσότερο απ' ό,τι εμείς να αφήνουν τα αποτελέσματα της λειτουργίας της αγοράς ως έχουν. Εμείς προτιμούμε την μέσω του κράτους πολιτική διαμεσολάβηση για την άμβλυνση των κοινωνικών διαιρέσεων. Η διαφορά είναι σημαντική και σεβαστή. Αυτό αρέσει σ' αυτούς, το άλλο αρέσει σ' εμάς. Δεν δικαιούμαστε να κρίνουμε την πάγια επιλογή της μεγάλης πλειονότητας του αμερικανικού λαού. Απλώς δικαιούμαστε να επιλέξουμε διαφορετικά.
Το ότι ένα ευρωπαϊκού μεγέθους κοινωνικό κράτος είναι ανέφικτο στις ΗΠΑ δεν σημαίνει ότι μικρότερων διαστάσεων αλλαγές δεν αποτελούν ζωτικά θέματα για εκατομμύρια Αμερικανών. Ως προς αυτού του είδους τις αλλαγές τα δύο κόμματα διαφέρουν βαθιά. Οι Δημοκρατικοί θέλουν αύξηση της κοινωνικής προστασίας. Οι Ρεπουμπλικανοί κλίνουν υπέρ της μείωσης των φόρων. Το ότι οι διαφορές δεν εκφέρονται με τους ιδεολογικούς όρους της κλασικής ευρωπαϊκής διαμάχης συντηρητικών - σοσιαλιστών δεν αναιρεί τη σημασία τους. Η φρασεολογία αυτή αντίκειται στον ατομικισμό της αμερικανικής κοινωνίας. Ας μην μπερδεύουμε τη διατύπωση με το περιεχόμενο. Η πολυθρύλητη ραγδαία αύξηση της ανισότητας στις ΗΠΑ είναι προϊόν της δεκαετίας του '80 και της μεγάλης μείωσης της φορολογίας στην πρώτη θητεία του προέδρου Ρήγκαν. Μέχρι τότε η τάση ήταν η μείωση της ανισότητας.
Στις εκλογές αυτές ο υποψήφιος Μπους υποσχέθηκε και νέα δραστική μείωση της φορολογίας. Ο υποψήφιος Γκορ υποσχέθηκε περισσότερες κοινωνικές δαπάνες και μείωση του δημόσιου χρέους.Μετά 8 χρόνια ανάπτυξης που παρήγαγαν σημαντικά πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό, οι Αμερικανοί βρέθηκαν μπροστά στο δίλημμα του πώς να αξιοποιήσουν την ευημερία τους:περισσότερο κοινωνικό κράτος ή λιγότεροι φόροι. Αποτέλεσμα; Ο αμερικανικός λαός κόπηκε στα δύο. Αυτά δεν είναι διλήμματα για πολιτικές παντομίμες. Αν το περισσότερο κοινωνικό κράτος ή λιγότεροι φόροι δεν είναι διαφορά, τότε ποια είναι;
Ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου διδάσκει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης